Τοπωνύμια είναι τα ειδικά ονόματα που δίνει ο λαός σε κάθε κομμάτι της πατρικής του γης.
Οι ονομασίες αυτές δεν δόθηκαν τυχαία. Κάθε όνομα συνδέεται στενά με τον τόπο και συνήθως περιγράφει τη μορφή του εδάφους, τη φύση του, τη βλάστηση ή την ιστορία του, τα έθιμα και τις παραδόσεις. Γι’ αυτό και η έρευνα και μελέτη των τοπωνυμιών είναι πάρα πολύ σπουδαία. Αποτελούν έναν πολύτιμο εθνικό θησαυρό. Και τούτο γιατί προέρχονται απ’ όλες τις εποχές της ιστορίας του τόπου μας, απ’ τα πανάρχαια χρόνια μέχρι σήμερα. Δείχνουν όπως είπαμε όχι μόνο τα γνωρίσματα του εδάφους, αλλά και τη χρησιμοποίηση του τόπου, τις ιστορικές περιπέτειές του τις σχέσεις και τις δραστηριότητες των κατοίκων που έζησαν εκεί, τους ξένους αποίκους ή επιδρομείς ή περαστικούς και γενικά φωτίζουν πολλά θέματα της ιστορίας του τόπου μας και του Έθνους μας.
Τα τοπωνύμια είναι επιγραφές καρφωμένες στο έδαφος, που μας στέλνουν μηνύματα.
Τα τοπωνύμια των Πετροκεράσων πήραν το όνομα:
1. Από το σχηματισμό του εδάφους (Λάκκα, Λακκάρα, Ντούμπα)
2. Από τα νερά που τρέχουν (Κρυονέρ’, Σιλνάρα, Μάνα)
3. Από τη βλάστηση του τόπου (Αχλαδιές, Αμπιλούδ’)
4. Από τα κτίσματα που υπάρχουν (Μύλους, Πανα’ιά)
5. Από τα ορυκτά που έπαιρναν (Μαλαματαριά)
6. Από τις ιστορικές παραδόσεις (Στ’ Ρήγα, τ’ λακκούδα)
7. Από ζώα που συχνάζουν εκεί (Λ’ κότρυπα)
8. Από λείψανα παλιών κτισμάτων (Καστέλια, Παλιόχουρα)
9. Από τα εξωκλήσια (Άι-Γιώρ’ς, Άι-Γιάνν’ς)
10. Από τα ονόματα των ιδιοκτητών των κτημάτων που βρίσκονται εκεί (τ’ Φιγγιώρ’ του σιλάδ’, τα’ Γληγουρούδ’ του χουράφ’, τ’ς Αγγιλίνας), και τέτοια είναι τα περισσότερα ίσως.
11. Από διάφορες άλλες αιτίες.
ΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΩΝ ΠΕΤΡΟΚΕΡΑΣΩΝ
Ομβριανός, ή (ο Ομβριανός): Η ψηλότερη βουνοκορφή του χωριού. Βρίσκεται στα νότια, στο σύνορο με τη Γαλάτιστα. Η δυτική του πλευρά που βλέπει προς το χωριό σκεπάζεται από ωραιότατο πυκνό δάσος. Είναι το στολίδι και το καμάρι του χωριού. Λέγεται Ομβριανός γιατί προκαλεί βροχές (όμβρος=βροχή). Υπάρχουν σε διάφορους χάρτες και βιβλία και άλλα ονόματα όπως π.χ. Εβρενός, Αυριανόν κ.λ.π. κατά τη γνώμη μας λαθεμένα.
Ουξούδις, στ’ς, (στις Οξούδες): Τοποθεσία μέσα στον Ομβριανό, όπους φύονται πολλές οξιές. Τον περασμένο αιώνα σε δύστυχες χρονιές ξυλεύθηκαν οι οξιές μαζί με το δάσος του Ουβριανού, για να γίνουν κάρβουνα και να συντηρηθεί το χωριό.
Τσιακίρ’, σ’, (στου Τσιακίρη): Δασωμένη λάκα μέσα στον Ομβριανό, όπου υπάρχουν κερασιές. Η προέλευση μάλλον από οικογενειακό όνομα.
Γληγουρούδ’ του χουράφ’, σ’ (στου Γρηγορούδη το χωράφι): Τοποθεσία μέσα στον Ομβριανό, όπου κάποιος Γρηγορούδης (οικογενειακό όνομα που υπάρχει και σήμερα) έχει χωράφι.
Κουντουπόρναρα, (στα κοντοπούρναρα): Μικρό ύψωμα δίπλα στη Μπουζουγλή, με κοντά, πουρνάρια και άφθονα μάρμαρα.
Μπουζουγλή, σ’, (στη Μπουζουγλή): Πηγή μέσα στον Ομβριανό, με κρυστάλλινο νερό, απ’ όπου υδρεύεται κατά ένα μέρος το χωριό. Υψόμετρο 900μ. περίπου (μπουζ-κρύο).
Μπάσ’ του μπ’ γάδ’,σ’,(στου Μπάση ή Μπάσιου το πηγάδι): Ρεματιά δίπλα στα κουντουπόρναρα, με πηγή κρυστάλλινου εξαιρετικού νερού, με το οποίο υδρεύεται κατά ένα μέρος το χωριό.
Λακάρα σ’, (στη Λακάρα): Τοποθεσία μέσα στον Ομβριανό, σε σχήμα μεγάλης λάκας. Εκεί είχαν τα λημέρια τους οι κλέφτες.
Αγριοσφέντανα, στ’, (Αγριοσφέντανα): Τοποθεσία σε ίσιωμα ανάμεσα στη Λακάρα και στα τρία δέντρα. Η ονομασία προήρθε από τα πολλά σφιντάνια που βλασταίνουν εδώ (σφιντάν’ = σφένδαμος – υπάρχει άγριο και ήμερο είδος).
Τρία δέντρα, στα, (στα τρία δέντρα): Τοποθεσία δίπλα στα Αγριουσφέντανα, νότια της Μακροκοπάνας, όπου υπήρχαν τρία μεγάλα δέντρα βελανιδιάς, τα οποία «υψώνονταν» κάθε χρόνο για προστασία από το χαλάζι. Δηλαδή από το ύψωμα που «διαβάζεται» στην εκκλησία τη Μεγάλη Πέμπτη, έπαιρναν μικρά κομματάκια και με τρυπάνι, τρυπούσαν τους κορμούς των δέντρων και στην τρύπα τοποθετούσαν τον αγιασμένο άρτο, και μετά την βούλωναν καλά. Δέντρα «υψώνονταν» γύρω-γύρω στο χωριό.
Παπά οι πέτρις τ’, (του Παπά οι πέτρες): Βραχώδης πλαγιά δίπλα στα τρία δέντρα, όπου υπάρχουν θεόρατες πέτρες.
Μακρουκουπάνα, σ’, (στη Μακροκοπάνα): Τοποθεσία κοντά στον Ομβριανό, όπου υπάρχει πηγή με αρκετό νερό το οποίο τρέχει μέσα σε μακριά ξύλινη κοπάνα. Ίσως απ’ τη μακριά κοπάνα το όνομα. Σήμερα η κοπάνα είναι κατασκευασμένη από τσιμέντο.
Μουσκουπ’ λούδας, τ’ς, (στης Μοσχοπουλούδας): Επικλινής ακάλυπτη τοποθεσία μεταξύ Λακάρας και Μακροκοπάνας. Το όνομα το πήρε από οικογενειακό όνομα Μοσχόπουλος.
Γιρουγιάνν’, σ’, (στου Γερογιάννου): Ακάλυπτο ύψωμα, κάτω απ’ τη Μακροκοπάνα, κοντά στα Γυρινάτ’κα, με καλλιεργήσιμα χωράφια.
Γυρινάτ’κα, στα, (στα Γυρινάτικα): Δασωμένη πλαγιά κοντά στ’ Γιρουγιάνν’ με μεγάλες καστανιές και οξιές.
Άι-Γιώρ’, στ’, (στου Άι-Γιώργη): Βαθούλωμα αντολικά του Γιρουγιάνν’, με καστανιές και πολλές κερασιές. Εκεί υπάρχει και εκκλησιαστικό χωράφι, ίσως χαρισμένο στον Άι-Γιώργη.
Κουρνιαχτ’, σ’, (στου Κουρνιάχτη): Ραχώνι με χωράφια επάνω και δάσος στις πλαγιές, κοντά στ’ Άι-Γιώρ’. Η ονομασία μάλλον από οικογενειακό όνομα.
Σιπουτό, στου, (στο Σιποτό): Λάκα μέσα στ’ Κουρνάχτ’ με λίγες καστανιές και χωράφια.
Καρακατσιάν’, σ’, (στου Καρακατσιάνη): Ράχη με μεγάλη πλαγιά, δίπλα στ’ Κουρνιάχτ’ ή καλύτερα στο τέλος του ραχωνιού τ’ Κουρνιάχτ’ , με καστανιές και χωράφια.
Τζιάκ’ του μπ’γαδούδ’, σ’, (στου Τζιάκου το πηγαδούδι): Τοποθεσία κοντά σ’ Κουρνιάχτ’ μέσα σε λάκκο όπου κάποιος ονόματι Τζιάκος κατασκεύασε «πηγαδούδι» μπ’γαδούδ’ στο χωριό λένε μικρό λάκκο πάνω ή δίπλα σε πηγή, όπου συγκεντρώνεται νερό και σκύβουν και πίνουν οι περαστικοί, ή γεμίζουν τα δοχεία τους.
Λ’ κότρυπα, σ’, (στη Λυκότρυπα): Ρεματιά κοντά σ’ Τζιάκ’ τα μπ’ γαδούδια.
Διντρούδ’, στου, (στο Δεντρούδι): Τοποθεσία σε ύψωμα Δυτικά και πάνω απ’ τ’ Τζιάκ’ του μπ’γαδούδ’, με χωράφια και πλαγιές με δάσος. Το όνομα ίσως από κάποιο μοναχό μικρό δέντρο μέσα στο κεντρικό χωράφι.
Ντάσιου, στου, (στον Τάσο): Τοποθεσία στο Διντρούδ’ όπου προ του 1912 σκότωσαν τον Τάσιο Ντούμπα.
Κουτσαλίν’ σ’ (στου Κουτσαλίνη): Ίσιωμα με χωράφια και πλαγιά με δάσος, δίπλα στη Λ’κότρυπα, και με ίχνη παλιάς καλλιέργειας αμπελιών.
Κανταρά, σ’, (στου Κανταρά): Ράχη δίπλα στ’ Κουτσαλίν’ με καστανιές στις πλαγιές και λίγα χωράφια.
Σπάρτα, στα, (στα Σπάρτα): Πλαγιά λίγο έξω απ’ το χωριό κοντά σ’ Κανταρά, με πολλά σπαρτά και μεμονωμένες καστανιές.
Λιέκκα του παλιάμπιλου, σ’ (στου Λέκκα το παλιάμπελο): Πλαγιά απέναντι Νότια απ’ το χωριό, κάτω απ’ τ’ Κουτσαλίν’ όπου ο Μπαντλακάς (οικογενειακό όνομα), είχε καστανιές.
Μπατλακά του τσ’καρούδ’, σ’, (στου Μπαντλακά το τσικαρούδι): Δασωμένη ραχούλα κάτω απ’ τ’ Κουτσαλίν’ όπου ο Μπατλακάς (οικογενειακό όνομα), είχε καστανιές.
Κρανίτσα, σ’, (στην Κρανίτσα): Η πρώτη πλαγιά απέναντι και νότια του χωριού, απ’ την οποία χωρίζεται με ρέμα με το ίδιο όνομα. Η περιοχή έχει χωράφια και κυρίως αμπέλια. Μέσα στο ρέμα υπάρχει πηγή με καλό νερό απ’ όπου παλιότερα υδρεύονταν το χωριό. Σήμερα πάνω απ’ τη βρυσούλα είναι κτισμένο το εικονοστάσι της Αγίας Παρασκευής. Ο λάκος έχει και αρκετές κρανιές που δικαιολογούν την ονομασία.
Σιλνάρα, στ’, (στη Σιλνάρα): Πλαγιά και λάκκος δυιτκά στη Κρανίτσα, με χωράφια και αμπέλια. (Σιλνάρα = υδρορροή).
Ρείχια, στα, (στα Ρείχια): Τοποθεσία δυτικά της Σιλνάρας όπου υπήρχαν πολλά ρείχια (ερείκη – ερείκιον – ρείκιον, ρείκι – ρείχι).
Ντούμα τ’ αμπέλ’, σ’, (στου Ντούμα το αμπέλι): Πλαγιά δυτικά στο χωριό πιο πάνω απ’ τον Άι-Δημήτρη, όπου κάποιος Ντούμας είχε αμπέλι. Η τοποθεσία λέγεται και Χασνάς.
Καβακάτ’κα τ’ αλώνια, στα,(στα Καβακάτικα τ’ αλώνια): Η αμέσως μετά τα τελευταία προς βορινά σπίτια του χωριού τοποθεσία, όπου υπήρχαν και υπάρχουν αλώνια. Η ονομασία απ’ τα σπίτια και τα αλώνια των Καβακαίων που υπάρχουν εκεί.
Ρόβια, στα, (στα Ρόβια): Τοποθεσία Δ. απ’ τα Καβακάτ’κα και τ’ αλώνια με χωράφια όπου σπέρνονταν το δημητριακό ρόβι.
Άι-Δημήτρης, στουν, (στον Άι-Δημήτρη): Εικονοστάσι μέσα στα Ρόβια.
Πλαταμώνα τ’ καστανιά, στ’, (στου Πλαταμώνα την καστανιά): Ύψωμα πάνω απ’ τα Ρόβια, με χωράφια, ακάλυπτο, όπου παλαιότερα είχε στο μέσον πελώρια καστανιά.
Μπαμπατήρα του ισιάδι, σ’, (στου Μπαμπατήρα το ισιάδι): Ίσιωμα, κάτω απ’ τα Μπαμπάτ’ρκα, ακάλυπτο με καστανιές τριγύρω και στη μέση χωράφια, με μεγαλύτερο του Μπαμπατήρα (οικογενειακό όνομα Βαμβατήρας υπάρχει και σήμερα.
Παλιουμάνα, σ’, (στην Παλιομάνα): Τοποθεσία νοτιοδυτικά του χωριού στο σύνορο με το Λιβάδι. Έχει πηγή νερού, θάμνους, χωράφια, πολλά μάρμαρα και παλιό ασβεστοκάμινο.
Τριανταφ’λλιάς, ’τ’ς, (στης Τριανταφυλλιάς): Τοποθεσία νοτιοδυτικά, δίπλα στ’ Παπά τ’ς πέτρις, απ’ όπου περνάει και ο δημόσιος δρόμος προς το Λιβάδι. Έχει χωράφια και θάμνους καθώς και πηγή με νερό (τ’ς Τριανταφυλλιάς του μπ’γαδούδ’).
Κρυουνέρ’, στου, (στο Κρυονέρι): Επικλινής τοποθεσία νοτιοδυτικά του χωριού δίπλα στην Τσιούκα, αποτελεί το σύνορο με το Λιβάδι, με πηγή κρύου νερού, απ’ όπου και η ονομασία και απ’ όπου υδρεύεται από το 1975 το χωριό, με νέο υδραγωγείο.
Πιπέρκου, στου, (στο Πιπέρικο): Πλαγιά δίπλα στο Κρυονέρι, με δάσος και χωράφια. Μέσα στην περιοχή υπάρχει τ’ Πιπέρ’ ου μπαχτσές, απ’ όπου και τ’ όνομα. Ο Πιπέρης άγνωστος.
Τσιούκα, σ’, (στην Τσιούκα): Ύψωμα κοντά σ’ Τριανταφ’λλιάς με χωράφια.(ιταλ.ZUCCA =κορυφή, κεφαλή).
Βουμουνέρ’, στου, (στο βρωμονέρι): Ρέμα κοντά στην Τσιούκα με λίγο νερό που λιμνάζει.
Σταυρός, στου, (στο Σταυρό): Ύψωμα, πάνω από το Βρωμονέρι, με κερασιές και χωράφια με δυο δένδρα βελανιδιάς τα οποία «ύψωναν» Βλ. Τρία δένδρα. Σ’ ένα απ’ αυτά υπήρχε ένας ξύλινος σταυρός.
Πιριβόλ’, στου, (στο Περιβόλι): Ύψωμα κοντά στο Βρωμονέρ’ με χωράφια.
Μπέη τα χουράφια, σ’, (στου Μπέη τα χωράφια): Τοποθεσία κάτω απ’ το Περιβόλι με χωράφια. ‘Ένα απ’ αυτά είναι κάποιου Μπέη (οικογενειακό όνομα υπάρχει και σήμερα).
Λιϊνούδ’ τα χουράφια, σ’, (στου Λεϊνούδη τα χωράφια): Πλαγιά κοντά στην Αγκαστρουμέν’ τ’ν ουξιά, με χωράφια. Ο Λεϊνούδης (οικογενειακό όνομα υπάρχει και σήμερα) έχει εκεί χωράφι.
Αγκαστρουμέν’ τ’ν ουξιά, σ’ν, (στην Αγκαστρωμένη την οξιά): Πλαγιά δίπλα στου Λεϊνούδ’ τα χουράφια, με χωράφια και πηγή κρύου νερού και μια τεράστια οξιά με ένα εντυπωσιακό εξόγκωμα στον κορμό σαν έγκυος.
Μίσαρ’, σ’, (στη Μίσαρη): Αρκετά μεγάλη περιοχή κοντά στην Τσιούκα, και το Περιβόλ’, δυτικά του χωριού καλυμμένη στο μεγαλύτερο μέρος της με δάσος βραχύκορμων δέντρων, και μεγάλες καστανιές ιδιόκτητες ανάμεσα, κατάλληλες για ξύλευση και για καρπό.
Τσακνά του μπ’γαδούδ’, σ’, (στου Τσακνά το πηγαδούδι): Περιοχή μικρή με πηγή μέσα στη «Μίσαρ’».
Μπαλιάκ’, σ’, (στου Μπαλιάκου): Ράχη απέναντι βορειονανατολικά από τη «Μίσαρ’» με χωράφια και θάμνους στις πλαγιές.
Παπαδιάς του πουρνάρ’, τ’ς, (στης Παπαδιάς το πουρνάρι): Ράχη που κατεβαίνει προς τα κάτω, με χωράφια και στις πλαγιές θάμνους.
Κάστ’, σ’, (στου Κάστη): Ράχη συνέχεια με της Παπαδιάς το πουρνάρι. Μορφολογία ίδια.
Μπαλτζιάκ’, σ’, (στου Μπαλτζιάκη): Ίσιωμα μεταξύ «Κάστ’, και Μπαλιάκ’, με χωράφια και θάμνους στις πλαγιές.
Βριττούδ’ τ’ αμπέλ’, σ’, (στου Βρεττούδι το αμπέλι): Η νότια πλαγιά της περιοχής «Μπαλτζιάκ’», όπου κάποιος Βρεττάς είχε παλιότερα αμπέλι. Τώρα είναι χωράφι.
Μ’σουτσίκαρου, στου, (στο Μεσοτσίκαρο): Μέσο δύο τσικαριών (Αγ. Αθανασίου – Μπαλτζιάκ’), με χωράφια και πηγή με κρύο νερό. Η πηγή λέγεται «Κρυό».
Μπούντ’ του χουράφ’, σ’, (στου Μπούντου το χωράφι): Μικρή έκταση όπου ο Μπούντος (παρωνύμιον του Χαλικάς) έχει μεγάλο χωράφι, Δίπλα λέγεται σ’ Τζιαντέ.
Μυτούδ’, σ’, (στου ή στη Μυτούδη): Δασοσκεπής πλαγιά κάτω απ’ τη «Μακροκοπάνα» με οξιές και καστανιές. Παλιότερα είχε και μπαχτσέδες.
Κουϊν’ σ’, (στου ή στην Κουϊνη): Δασωμένη πλαγιά με οξιές και καστανιές συνέχεια απ’ τ’ Μυτούδ’, και απέναντι (Δ) απ’ τ’ Γιρουγιάνν’.
Ντούμπαν’ σ’, (στου ή στην Ντουμπάνη): Πλαγιά απέναντι απ’ τ’ Κουϊν’, με χωράφια και γύρω δάσος από καστανιές και θάμνους.
Σμίξ’, ’τ’, (στη Σμίξη): Ένωση δύο ρεμάτων κάτω απ’ τ’ «Μυτούδ’» και απ’ «τ’ Ντουμπάν’» με δάσος γύρω.
Βριάβα, σ’, (στη Βριάβα): Δασωμένη πλαγιά κοντά στου «Διντρούδ’» και «σ’ Ντουμπάν’», με μικρόκορμες βελανιδιές, μερικά άτομα καστανιάς και λίγα χωράφια.
Μπαρμπάτ’κα, στα, (στα Μπαρμπάτικα): Πλαγιά κάτω βόρεια απ’ του «Διντρούδ’», κατάφυτη από καστανιές και άλλα δέντρα.
Μέτιλ’, σ’, (στη Μέτιλη): Ράχη κοντά στα «Μπαρμπάτ’κα», με χωράφια, που έχουν μέσα καστανιές και στις πλαγιές θάμνους.
Λ’βάδια, στα, (στα Λιβάδια): Οριζόντια τοποθεσία νοτιδυτικά του χωριού, κάτω απ’ «τ’ Μέτιλ’», με καρπερά χωράφια που μέσα έχουν άτομα καστανιάς.
Νέρατζις, ‘τ’ς, (στις Νέρατζιες): Οριζόντια περιοχή δίπλα στην Αγία Τριάδα (Δ), με γόνιμα χωράφια, και ίχνη παλιών αμπελιών.
Φυλλουριά, σ’, (στη Φυλλουριά): Μικρή έκταση κάτω απ’ ‘τ’ς Νέρατζις, με μια μεγάλη φλαμουριά (φυλλουριά).
Άι-Θανάσ’, στουν, (στον Άι-Θανάση): Εξωκλήσι με αρκετά μεγάλη γύρω έκταση, με χωράφια γόνιμα, που κόβεται με μικρά αβαθή ρέματα. Το εξωκλήσι είναι κτισμένο μέσα σε συστάδα ψηλών βελανιδιών.
Παλιόχουρα, σ’, (στην Παλιόχωρα): Έκταση σχεδόν οριζόντια κάτω απ’ τον Άι-Θανάσ’, όπου η παράδοση λέγει ότι ήταν κτισμένος οικισμός. Πράγματι εκεί βρέθηκαν και βρίσκονται θεμέλια και κομμάτια κεραμιδιών.(βλ. Κεφ. Ιστορικές πληροφορίες). Παλιότερα ήταν λιβάδια. Σήμερα όλη ή περιοχή είναι χωράφια.
Παλιουμούρσια, στα, (στα Παλιομούρσια). Η συνέχεια της «Παλιόχουρας» ράχη, με χωράφια.
Βλάχ’κα τα καλύβια, στα, (στα Βλάχικα τα καλύβια): Μικρή έκταση στα «Παλιομούρσια»,όπου παλιότερα οι Βλάχοι είχαν τις καλύβες τους.
Πουρνάρα, σ’, (στην Πουρνάρα): Απόκρημνη πλαγιά συνέχεια με τα «Παλιομούρσια» με θάμνους και μεγάλο πουρνάρι στο βάθος. Απέναντι είναι το Λιβαδιώτικο (λέγεται και κάτω Ντούμπαν’).
Μπέη τ’ βουρτόπα, σ’, (στου Μπέη τη βορτόπα): Μικρή βορτόπα (βάθωμα ακάλυπτο μέσα σε θάμνους ή δάσος με χόρτα)μέσα στα Παλιομούρσια, που ανήκει σε κάποιον Μπέη (οικογενειακό όνομα υπάρχει και σήμερα).
Πανα’ϊά, σ΄, (στην Παναγιά): Εξωκλήσι του χωριού κτισμένο μέσα σε συστάδα δένδρων βαθύσκιων, με πηγή νερού (αγίασμα) και μοναδική ομορφιά. Η γύρω του περιοχή έχει χωράφια κα ι λιβάδια. Στις 16 Αυγούστου γίνεται λειτουργία στο εκκλησάκι και εκκλησιάζεται το χωριό.
Β’ζιά, στα, (στα Βυζιά): Μικρή έκταση Δ. της «Πανα’ϊάς» με χωράφια.
Τσιαϊράρα, σ’, (στην Τσιαϊράρα): Λεκάνη λιβαδιών βορειανατολικά της «Πανα’ϊάς» (CAUIR =λιβάδι, τουρκ.λέξη).
Τρανό του τσιαϊρ’, στου, (στο Τρανό το τσιαϊρι): Η ανατολική της Πανα’ϊάς έκταση με λιβάδια. Είναι σχεδόν οριζόντια και επίπεδη.
Τσιαϊργια, στα, (στα Τσιαϊργια): Λεκάνη με λιβάδια Δ. του χωριού που ορίζεται απ’ τα εξωκλήσια της Παναγίας της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Χριστοφόρου και απ’ όπου κόβεται ο σανός για τη χειμερινή κυρίως διατροφή των ζώων.
Βάλτις, ’τ’ς, (στις Βάλτες): Τοποθεσία μέσα στα. Τσιαϊργια που νεροκρατάει.
Σβυρή του λαγκάδι, ‘τ’, (στου Σβυρή το λαγκάδι): Μικρός χείμαρρος μέσα στα «Τσιαϊρια» με μια γέφυρα, τελευταία, τσιμεντένια, για να περνούν ζώα και οχήματα. Λέγεται και «‘τ’ Σβυρή τ’ γέφυρα».
Αγία Τριάδα, σ’ ‘ν, (στην Αγία Τριάδα): Ναωνύμιο. Περιοχή γύρω απ’ το ομώνυμο εξωκλήσι που βρίσκεται χτισμένο Ν. της περιοχής «Τσιαϊργια» μέσα σε συστάδα από πανύψηλες βελανιδιές. Γύρω υπάρχουν χωράφια και λιβάδια.
Λαμπούδ’ τ’ς αχλαδιές, σ’, (στου Λαμπούδη τις αχλαδιές): Το κέντρο της περιοχής «Τσιαϊρια», με αχλαδιές του Λαμπούδη (οικογενειακό όνομα).
Γκουτζιαμάν’, σ’, (στου ή στην Γκουτζιαμάνη): Τοποθεσία μέσα στα «Τσιαϊργια», με χωράφια και λιβάδια.
Κιραμαριό, στου, (στο κεραμαριό = στο κεραμιδαριό): Αργιλώδης μικρή έκταση στο κέντρο σχεδόν της περιοχής «Τσιαϊρια», με κεραμιδαριό και πηγάδι. Το κεραμιδαριό λειτουργούσε κατά εποχές. Σήμερα δεν λειτουργεί.
Καρτσιώτ’ τ’ βάλτα, σ’, (στου Καρτσιώτη τη βάλτα): Μικρή περιοχή ανατολική της τοποθεσίας«Τσιαϊργια», όπου έχει ένα βαλτώδες λιβάδι ο Καρτσιώτης (οικογενειακό όνομα).
Παπαλάσκαρ’, σ’, (στου Παπαλάσκαρη): Το ανατολικά άκρο της περιοχής «Τσιαϊργια», δίπλα «σ’ Καρτσιώτ’ τ’ βάλτα», με λιβάδια καπνοχώραφα και λίγες καστανιές.
Σουρβιές, στ’, (στις Σουρβιές): Ύψωμα δυτικά του χωριού κοντά στην «Παπαλάσκαρ’», με χωράφια, απ’ όπου φαίνεται ολόκληρη η λεκάνη των Ζερβοχωρίων. Η ονομασία πιθανόν από το φυτό όα η ήμερος (βλ. λεξικό Πρωίας στη λ. σουρβιά, η). Ο καρπός σούρβο, ήδη μεσαίων. Λέξη (βλ. ετυμ. Λεξ: Ν. Ανδριώτη στη λέξη σούρβο).
Ισιώματα, στα (στα Ισιώματα): Ομαλή, ελαφρώς επικλινής τοποθεσία κοντά στο χωριό (με καπνοχώραφα και παλιότερα, όταν τρέφονταν μεταξοσκώληκες, με πολλούς μορεώνες).
Καλαμούδια, στα (στα Καλαμούδια): Ομαλή πλαγιά δυτικά του Άι-Γιάννη με χωράφια. Το όνομα από τα καλάμια που φύονταν εκεί.
Άι-Γιάννη, στουν, (στον Άι-Γιάννη): Ναωνύμιο. Εξωκλήσι δυτικά του χωριού, το τελευταίο ανατολικά όριο της θέσεως «Τσιαϊργια», κτισμένο σε συστάδα πανύψηλων βελανιδιών, κάτω απ’ τις οποίες περνάει ο δημόσιος δρόμος προς Ζαγκλιβέρι. Το εξωκλήσι είναι αφιερωμένο στον «Άγιο Χριστόφορο, (μάρτυρα) που γιορτάζει στις 9 Μαϊου πλην όμως επικράτησε να λέγεται το εξωκλήσι και η περιοχή Άι-Γιάννης, γιατί στις 8 Μαΐου γιορτάζεται η μνήμη του Ιωάννου του Θεολόγου, του οποίου εικόνα επίσης υπάρχει στο εξωκλήσι. Η γύρω περιοχή έχει χωράφια και λιβάδια.
Καλύβις, ’τ’ς, (στις Καλύβες): Μεγάλο μακρόστενο ραχώνι, με γόνιμα χωράφια στη ράχη και θάμνους στις πλαγιές, που αρχίζει να εκτείνεται, απέναντι από την Παναϊά (Β.) και με διεύθυνση από αντολικά προς τδυτικά καταλήγει σε μεγάλο ποτάμι που χωρίζει τις περιοχές των κοινοτήτων Πετροκεράσων και Λιβαδίου
Τζιάγκα, σ’, (στην Τζιάγκα): Το δυτικότερο άκρο της περιοχής «Καλύβες», στο σύνορο με το Λιβάδι, με απόκρημνες πλαγιές, όπου φύονται μόνον πουρνάρια και ρίγανη. Τόπος άγριος κατάλληλος μόνο για γίδια.
Μιρτζιάν’ σ’, (στου Μερτζιάνη): Μικρή έκταση μέσα στην «Τζιάγκα», με μεγάλο χωράφι και γύρω θάμνους.
Καραούλ’, στου, (στο Καραούλι): Ύψωμα μέσα στις «Καλύβες»,με θάμνους και χωράφια (καραούλι = παρατηρητήριο).
‘Κουνομ’ τα διντρούδια, σ’, (στου Οικονόμου τα δεντρούδια): Μικρή έκταση μέσα στις «Καλύβες», με χωράφι του Οικονόμου (οικογενειακό όνομα) και μικρά δέντρα μέσα σ’ αυτό.
Βασ’τα’ ανήλιου, σ’, (στου Βάσιου το ανήλιο): Πλαγιά με ράχη μέσα στις «Καλύβες», όπου ο Βάσιος (οικογενειακό όνομα), έχει το μεγαλύτερο χωράφι.
Καραγάτς’ στου, (στο Καραγάτσι): Περιοχή μέσα στις «Καλύβες», με χωράφια και ένα πελώριο καραγάτσι στο μέσο που σήμερα δεν υπάρχει. (KARAAGAC= καραγάτσι, πτελέα η πεδινή).
Αλιεξ’ τα κ’πούδια, στ’, (στου Αλέξη τα κηπούδια): Πιο πέρα απ’ το «Καραγάτσι» στην ίδια περιοχή.
‘Mπαντλακά’ τα μαντριά, σ’, (στου Μπαντλακά τα μαντριά): Συνέχεια της προηγούμενης, θέση, μέσα στις Καλύβες», όπου ο κτηνοτρόφος Μπαντλακάς είχε μόνιμα μαντριά κάποτε.
‘Κουτούδας’ του δέντρου, ‘τ’ς, (στης Κωτούδας το δέντρο): Ακάλυπτο ραχώνι δίπλα στο προηγούμενο.
‘Χατζίδινας’ ’τ’, (στης Χατζίδινας): Ακάλυπτο ίσιωμα συνέχεια δίπλα στο προηγούμενο τοπωνύμιο, μέσα στις «Καλύβες».
‘Καλαφάτ’ του μπ’γαδούδ’, σ’, (στου Καλαφάτη το πηγαδούδι): Μεταξύ «Τσιαϊράρας» και «Ψ’ ληντράχ’ς», πλαγιά με χωράφια και καστανιές και πηγή νερού.
Ψ’λή τ’ ράχ’, σ’, (στην ψηλή τη ράχη): Προφέρεται σαν μια λέξη (Ψληντράχ’). Γυμνό ύψωμα με λίγες καστανιές μέσα στα χωράφια, Β. του χωριού.
Στρατούδ’ ‘τ’, (στου ή στην Στρατούδη): Λεκάνη μεταξύ «Ψηλής Ράχης» και «Βούης» με μικρό ρεματάκι και καστανιές και καρυδιές. Σύνορο με το Ζαγκλιβερινό.
Βούη, σ’, (στη Βούη): Το απέναντι απ’ τη «Ψηλή τη ράχη» προς τα βορεια ύψωμα, με λίγες καστανιές. Οι βόρειες ρίζες του υψώματος εφάπτονται στα σύνορα Πετροκεράσων – Ζαγκλιβερίου.
Καλαφάτ’ τ’ Καρυά, σ’, (στου Καλαφάτη την καρυδιά): Μικρή έκταση κοντά στα «Πιρηφανάτ’κα», όπου δεσπόζει μια πελώρια καρυδιά, που ανήκει σε κάποιον Καλαφάτη.
Πιρηφανάτ’κα, στα, (στα Περηφανάτικα): Λάκκα μεταξύ «Βούης» και «Χατζιές» με καλλιεργήσιμα χωράφια και θάμνους.
Χατζιές, ’τ’ς, (στις Χατζιές): Επίπεδη έκταση ανάμεσα στη «Βούη» και στη «Ψηλή τη Ράχη» με χωράφια και λιβάδια.
Ζάχου, στου, (στον Ζάχο): Πλαγιά ανάμεσα στις «Χατζιές» και στα «Γκιουφύρια» με χωράφια και θάμνους.
Τσακνάκ’ σ’ (στου Τσακνάκη): Η νότια πλαγιά της «Ψηλής Ράχης», με χωράφια και αραιούς θάμνους.
Ρήγα τα’ λακκούδα, σ’, (στου Ρήγα τη λακκούδα): Λάκα με χωράφια και θάμνους, συνέχεια του προηγούμενου τοπωνυμίου. Εδώ έπεσε ο Ρήγας πολεμώντας τους τούρκους το 1821. (βλ. κεφ. Ιστορικές πληροφορίες).
Λόη ‘ν ντραγάσιά, σ’ (στου Θεολόγη (Λόη) τη ντραγασιά): Πλαγιά με χωράφια κοντά στο προηγούμενο τοπωνύμιο, όπου κάποιος Θεολόγος που ήταν κάποτε ντραγάτης (εποχικός αγροφύλακας κυρίως των αμπελιών), είχε εκεί (συνήθως σε ψηλό δέντρο)την ντραγασιά του (παρατηρητήριο) για να εποπτεύει όλη την περιοχή ευθύνης του.
Λόλας, ‘τ’ς, (της Λόλας): Τοποθεσία κοντά στις προηγούμενες, στην ίδια πλαγιά, με χωράφια και θάμνους.
Αδάμου, στουν, (στον Αδάμο): Στην ίδια πλαγιά πιο κάτω απ’ τ’ «Ρήγα τ’ λακκούδα», με χωράφια και λίγα αμπέλια.
Ρακίτα, σ’, (στου Ρακίτα): Τοποθεσία στη ΝΑ πλαγιά της «Βούης» κάτω απ’ τις «Χατζιές» με καπνοχώραφα.
Γκιουφύρια, στα, (στα Γεφύρια): Πλαγιά με καπνοχώραφα κάτω απ’ την προηγούμενη θέση. Το όνομα από δύο γεφύρια που περνάς για να πας εκεί. Μάλιστα περιορισμένα λέγεται, στο Πρώτο το γεφύρι και στο Δεύτερο το γεφύρι.
Βαράδα, σ’ (στη Βαράδα): Το πρώτο βορεινό μικρό ύψωμα του χωριού με αλώνια και χωράφια.
Μπουστάν’ στου, (στο Μποστάνι): Μικρή βαθουλωτή έκταση μετά τα τελευταία βορεινά σπίτια του χωριού. (BOSTAN= τουρκική λέξη αγρός όπου καλλιεργούνται καρπούζια και πεπόνια).
Βρέκου, στου, (στον Βρέκο): Η αμέσως μετά τα σπίτια επίπεδη έκταση (ΒΔ) με ωραία καπνοχώραφα και παλιότερα μορεώνες. (Ίσως η ονομασία από τη ρίζα Εβραϊκός, χώρος).
Μ’ σουράχουνου, στου, (στο Μεσοράχωνο): Ραχώνι μεταξύ δύο ραχωνιών της «Βούης» και της «Αλιέξους», με χωράφια και θάμνους.
Μπαντρούχα, σ’, (στην Μπαντρούχα): Πλαγιά βόρεια του χωριού κάτω απ’ την «Αλιέξου», με άτομα καστανιάς χωράφια και πηγή νερού.
Αλιέξου, σ’ ‘ν, (στην Αλέξω): Πλαγιά βόρεια του χωριού, κάτω απ’ τα «Ραχώνια», με χωράφια και άτομα καστανιάς.
Ραχώνια, στα (στα Ραχώνια): Κορυφογραμμή η Β. του χωριού, με χωράφια και αραιά άτομα καστανιάς.
Ντουλαμά, σ’, (στου Ντουλαμά): Βόρεια πλαγιά του υψώματος «Ραχώνια», στο σύνορο με το Αδάμ, με χωράφια και θάμνους.
Προυσήλια, στα, (στα Προσήλια): Μεγάλη πλαγιά βορειοανατολικά του χωριού, προσηλιακή, που φαίνεται φάτσα απ’ το χωριό, με χωράφια και θάμνους. Επειδή προστατεύεται απ’ τους βοριάδες είναι χειμαδιό. (Λέγεται και «στου Προυσ’λιωτ’κου», αλλά μ’ αυτό εννοούν το λάκκο).
Ξανθόπ’, σ’, (στην Ξανθόπη): Μικρή ράχη μέσα στα «Προυσήλια», στο όριο με το Αδάμ, με χωράφια και θάμνους.
Καμαρούδα, σ’, (στην Καμαρούδα): Το κάτω μέρος της «Ξανθόπ’ ς», στο όριο με το Αδάμ. Η ονομασία από μεγάλη πέτρα σαν κάμαρα κάτω απ’ την οποία τρέχει το νερό.
Κατσιούλ’ σ’, (στου Κατσιούλη): Μικρή ράχη μέσα στα «Προυσήλια» , μεταξύ «Ξανθόπ’ ς» και «Κ’δουνιές» με χωράφια και θάμνους.
Κ’δουνιές, ’τ’ς, (στις Κυδωνιές): Λεκάνη μέσα στα «Προυσήλια», μεταξύ «Σταυρού» και «Ξανθόπ’ ς». Το όνομα από Κυδωνιές που υπήρχαν εκεί.
Σπ’λιούδ’, ’τ’, (στου Σπηλιούδη): Οι βορινοί πρόποδες της «Βούης».
Δαμασκ’νά του ισιάδ’,σ’, (στου Δαμασκηνά το ισιάδι): Μικρή έκταση μέσα στα «Προυσήλια» με χωράφια. (Το οικογενειακό όνομα που υπάρχει είναι Δαμασκηνός και από παραφθορά Δαμασκηνάς).
Φουντούκους, ’τ’ς, (στης Φουντούκως): Μικρές ράχες μέσα στα «Προυσήλια»με χωράφια πλαγιές και θάμνους. Η φουντούκω άγνωστη.
Βαβάς τ’ς καστανούδις, σ’, (στης Βαβάς τις καστανούδες): Λαγκαδιά μέσα στα «Προυσήλια» κοντά στης «Φουντούκους», με χωράφια και καστανιές. (Βαβά=γιαγιά, γριά).
Λιφκάδια, στα, (στα Λευκάδια): Επικλινής μικρή έκταση μέσα στα «Προυσήλια» με χαρακτηριστικά αυτοφυή λευκάδια και πηγή με κρύο νερό.
Ουξιάς του λαγκάδ’, ’τ’ς, (στης Οξιάς το λαγκάδι): Λαγκαδιά που ξεκινάει ψηλά απ’ τα «Ραχώνια» και καταλήγει στον «Προυσ’λιώτ’κου του λάκκου». Οξιές εκεί δεν υπάρχουν σήμερα.
‘Λία του γρεκ’, σ’, (στου Ηλία το γρέκι): Τοποθεσία μέσα στα «Προυσήλια» κοντά στου «Δαμασκ’να του ισιάδ’», όπου παλιότερα κάποιος Ηλίας είχε το χειμαδιό του κοπαδιού του. (γρέκι απ’ το τουρκικό EGRE=χαντάκι, στην ελληνική το χειμαδιό).
Μαυρουδή του μαντρί, σ’, (στου Μαυρουδή το μαντρί): Μικρή έκταση δίπλα στην προηγούμενη με χωράφια, όπου κάποιος Μαυρουδής (οικογ. όνομα, που δεν υπάρχει σήμερα) είχε τα μαντριά του.
Κιντράρα, σ’, (στην Κεδράρα): Μέσα στα «Προυσήλια» κοντά στου «Κατσιούλ’», με χωράφια και στη μέση ένα πελώριο κέδρο.
Μπουμπόσ’ σ’, (στου Μπομπόση): Ράχη με χωράφια μέσα στα «Προυσήλια», κοντά σ’ «Μαυρουδή του μαντρί» και στου «Κατσιούλ’».
Ντανά, σ’, (στην Ντανά): Περιοχή μέσα στα «Προυσήλια» κοντά στη «Σπ’νιά» σαν μικρή ράχη με χωράφια. Πιθανόν ή ρίζα να προέρχεται και από τη λέξη «ζωντανα = τα ζώα, διότι προφέρεται «ζαανά». Πιθανόν πάλι η λέξη να έχει σχέση με τη ρίζα της λέξεως «ντανάδι= νεαρός ταύρος. Πάντως στην περιοχή αυτή τα παλιότερα χρόνια, ξεχειμώνιαζαν τα βοοειδή του χωριού, τα ζωντανά.
Κούντουρ’ του σύρμα, σ’, (στου Κούντουρη το σύρμα): Πλαγιά με θάμνους κοντά στην «Ντανά» και το λάκκο της «Σπ’νιάς». Το σύρμα (=μονοπάτι) αρχίζει από τα «Προυσήλια» και τελειώνει στην «Σπ’νιά».
Σπ’νιά,’ τ’, (στη Σπηνιά): Αρκετά μεγάλη ράχη Α. του χωριού τελευταίο όριο με το χωριό Δουμπιά. Έχει χωράφια και θάμνους. Η ετυμολογία άγνωστη.
Σιλναρούδα,’ στ’, (στη Σιλναρούδα): Πηγή στο σύνορο των τριών Κοινοτήτων Πετροκεράσων, Αδάμ και Δουμπιών, με «σιλναρούδα» από φλούδα κλαδιού δέντρου (σιλνάρα=υδρορροή).
Δαμασκ’να τ’ αλών’,σ’, (στου Δαμασκηνά το αλώνι): Πολύ μικρή έκταση δίπλα στη «Σπ’νιά» όπου είχε αλώνι ο Δαμασκηνάς (Δαμασκηνός).
Αναγνώστ’τ’ Λακούδα, στ’, (στου Αναγνώστη τη λακούδα): Μικρή έκταση δίπλα στη προηγούμενη με χωράφια.
Τζιάκ’ τ’ λακκούδα, σ’, (στου Τζιάκου τη λακκούδα): Μικρή λεκάνη δίπλα στα προηγούμενα με χωράφια και θάμνους.
Βακούφ’κις τ’ς απουλιάνις, (στις Βακούφικες τις απολιάνες): Πλαγιές με «απολιάνες» (ακάλυπτα τμήματα εδάφους), που ανήκουν στην εκκλησία (βακούφι), μέσα την περιοχή της «Σπ’νιάς».
Μυλουνόπιτρα, σ’ (στην Μυλονόπετρα): Ράχη ανατολικά του χωριού απέναντι απ’ την «Σπ’νιά», με χωράφια και θάμνους στις πλαγιές. Στο όριο με τα Δουμπιά. Εδώ ένα μικρό τμήμα λέγεται τ ’Σπαν’ ,(του Σπάνου) ή (τους πάνε). Το τελευταίο μάλλον απίθανο, αν και λέγεται ότι τότε που οι Τούρκοι έκαναν το χαλασμό και πήραν αιχμαλώτους προς τα εκεί «τους παν΄».
Κιντρούδια, στα, (στα Κεδρούδια): Ράχη σύνορο με την «Μυλουνόπιτρα» με χωράφια και πολλά μικρά κέδρα, (αρχ. Ελλ. λέξη: κέδρον, το, και κέδρος, η, με την υποκορ. κατάληξη –ούδι). Ένα μικρό τμήμα λέγεται «Λιμός» = Λαιμός.
Καμπανά του διντρούδ’, σ’, (στου Καμπανά το δεντρούδι): Ύψωμα συνέχεια δυτικά απ’ τα «Κιντρούδια» ακάλυπτο με μοναδικό φυτό μια «αγκορνιτσιά», στην κορυφή. (Καμπανάς οικογενειακό όνομα).
Λάκκα, σ’, (στη Λάκκα): Απ’ το προηγούμενο λεκάνη με αργιλώδες έδαφος κατάλληλο για αμπέλια.
Καλής του μπ’ γαδούδ’, τ’ς, (στης Καλής το πηγαδούδι): Το βόρειο τμήμα της «Λάκκας» με πηγή. Λέγεται και «σ’ Καλή του μπ’γαδούδ’». Έχει χωράφια αμπέλια και μικρό ρεματάκι.
Μπουντ’ τ’ ανήλιου, σ’, (στου Μπούντου το ανήλιο): Μικρό ύψωμα πάνω απ’ της «Καλής του μπ’γαδούδ’» με λίγα χωράφια και θάμνους, κυρίως γάβρα, όπου ο Μπούντος (παρώνυμο του οικογενειακού ονόματος Χαλκιάς) έχει χωράφι.
Γκαραγκάν’τ’ς νέρατζις, σ’, (στου Γκαραγκάνη τις Νέρατζες): Μικρή έκταση δίπλα στην προηγούμενη (Γκαραγκάνης= οικογεν. όνομα).
Κόνιαρ’ του λ’μόρ’, σ’, (στου Κόνιαρη το λιμόρι): Η νότια πλευρά της «Λάκκας» τοποθεσία με χωράφια, όπου υπήρχε το μνήμα (μνημόριον-μνημόρι – λημόρι) κάποιου Κόνιαρου-Κόνιαρη. Κόνιαροι ονομάζονταν οι Τούρκου που κατάγονταν απ’ το Ικόνιο της Μ. Ασίας.
Πιπιρά, σ’ (στην Πιπεριά): Θέση δυτικά της «Λάκκας» ομαλή με χωράφια και αμπέλια.
Τρουχαλιές, ’τ’ς, (στις Τροχαλιές ): Μεταξύ «Πιπιριάς» και «Μπούντ’ ανήλιου» με χωράφια και αμπέλια. Τροχαλιά = σωρός από πέτρες. Τροχαλιές δημιουργούνται στις άκρες των χωραφιών απ’ τον καθαρισμό των πετρωδών εδαφών.
Παπακαργιό, στου, (στο Παπακαργιό): Ράχη κοντά «σ’ Κόνιαρ’ του λ’μόρ’» με θάμνους (κυρίως πουρνάρια).
Ασπρουβόλα, σ’ ‘ν, (στην Ασπροβόλα): Μικρή έκταση μέσα στο «Παπακαργιό» με χαρακτηριστική ασπροβόλα στη μέση του χωραφιού.
Αλαταριά, σ’ ‘ν, (στην Αλαταριά): Κοντά στις προηγούμενες θέση όπου έδιναν τα γίδια άλας.
Πατινάδις, ‘τ’ς, (στους Πατινάδες): Πλαγιά με χωράφια και θάμνους μεταξύ «Μυλουνόπιτρας» και «Παπακαργιού».
Μαλχάν’ σ’, (στου ή στη Μαλχάνη): Ρεματιά ανατολικά του χωριού, κάτω απ’ τους «Πατινάδις» με μπαχτσέδες.
Άι-Γιώρ’, στουν, (στον Άι-Γιώργη): Ο Άι-Γιώργης είναι το πλησιέστερο εξωκλήσι κτισμένο σε μικρό ύψωμα απ’ όπου φαίνεται ωραιότατα το χωριό και η μεγαλύτερη σχεδόν περιοχή του, μέσα σε συστάδα από γέρικες βελανιδιές. Η γύρω περιοχή πήρε το ίδιο όνομα και έχει αμπέλια και καπνοχώραφα. Το 1953 έγινε αναδάσωση του αντολικού τμήματος του περίβολου του κτίσματος με πεύκα και έτσι καταργήθηκε το παλιό γήπεδο. Στον Άι-Γιώργη ήταν παλιότερα τα μνήματα του χωριού απ’ όπου αργότερα φαίνεται μεταφέρθηκαν στα «Λημουρούδια» και τέλος στη σημερινή τους θέση. Το γεγονός αυτό μαρτυρούν και οστά που βρέθηκαν εκεί αλλά και οι λάκκοι των παλιών μνημάτων που σώζονται αν παρατηρήσεις καλά.
Αμπιλούδ’ στ’, (στο Αμπελούδι): Πλαγιά Β. απ’ τα «Λημουρούδια» με χωράφια και αμπέλια (λίγα).
Λημουρούδια, στα, (στα Λημουρούδια): Το πρώτο μικρό ύψωμα Α. του χωριού αμέσως μετά τα τελευταία σπίτια, όπου υπάρχουν αλώνια και χωράφια. Εδώ κάποτε ήταν τα μνήματα του χωριού. Η λέξη «Λημορούδια» είναι πληθυντικός της λέξης «λημόρι», με την υποκοριστική κατάληξη –ουδι, πληθ.ουδια. Αυτή δε προέκυψε από τη λέξη μνημόριον (λατινικά MEMORIUM) με παρετυμολογική επίδραση της λέξεως μνήμα. Ένα μικρό τμήμα λέγεται «Λιλιέκια» = το φυτό πασχαλιές που φύονται εκεί.
Τιμι’ Σταυρού, του χουράφ’ σ’, (στου Τιμίου Σταυρού το χωράφι): Εκκλησιαστικό τμήμα νότια του «Άι-Γιώργη», που φαίνεται ότι ήταν αφιερωμένο στον Τίμιο Σταυρό της Ι. Μονής Ξηροποτάμου (η οποία φυλάγει το μεγαλύτερο κομμάτι Τιμίου Ξύλου στον κόσμο), ο οποίος μεταφερόταν με πομπή κάθε χρόνο στο χωριό και έμενε από των Βαΐων μέχρι του Θωμά μαζί με τους παπάδες και τους μοναχούς που τον συνόδευαν. Προφανώς και το κτήμα αυτό είχε αφιερωθεί στον Τίμιο Σταυρό.
Αγιάσμα, στ’, (στο Αγίασμα): Πηγή νερού λίγο έξω ανατολικά του χωριού, κάτω απ’ τον «Άι-Γιώργη», δίπλα στου «Τιμίου Σταυρού το χωράφι», μέσα σε ρεματιά. Η παράδοση λέγει ότι εκεί παρουσιάστηκε ο Άγιος Γεώργιος. Αλλά το μέρος δεν ήταν κατάλληλο και έτσι προτιμήθηκε να κτισθεί στο ύψωμα που τον είδαμε πιο πάνω και εκεί απλώς η πηγή τακτοποιήθηκε και πήρε το όνομα «Αγιάσμα».
Φ’καρίκια, στα, (στα Θηκαρίκια): Η αμέσως μετά τα τελευταία ανατολικά σπίτια μικρή ρεματιά, όπου φύεται εκλεκτικώς η κουφοξυλιά (ακταία), την οποία χρησιμοποιούν, λόγω της πολλής ψίχας (εντεριώνης) και κάνουν διάφορα θηκάρια καθώς και παιδικά παιχνίδια (φκαρίκια) με τα οποία με μικρό έμβολο πετούν κεδροκούκουτσα, το ένα παιδί στο άλλο (λειτουργεί σαν αεραντλία το παιχνίδι).
Πουρνάρια, στα, (στα Πουρνάρια): Η προσηλιακή πλαγιά, αντολική του Αγίου Γεωργίου, κατάφυτη από κοντά πουρνάρια. Απ’ τη πλαγιά αυτή περνά ο δρόμος που συνδέει το χωριό με τα Δουμπιά.
Μπαχτσιέδις, σ’, (στους Μπαχτσιέδες): Τοποθεσία σε ρεματιά ανατολικά του χωριού όπου παλιότερα ήταν οι κήποι του χωριού, όπου καλλιεργούνταν όλα σχεδόν τα κηπευτικά κατά το καλοκαίρι. Το πότισμα γινόταν απ’ το νερό του ομώνυμου ποταμού.
Καρυά, σ’ (στην Καρυά): Η απέναντι από τους «Μπαχτσιέσες»,(Α) θέση με χωράφια και κήπους.
Ιταλοί, ‘τ’ς, (στους Ιταλούς): Μικρό νεροφάγωμα μέσα στην «Καρυά», όπου το 1943 εκτελέσθηκαν 5 Ιταλοί αιχμάλωτοι που είχαν συλληφθεί από τον ΕΑΜ στο Σέδες όπου εργαζόταν σε επισκευή τηλεφωνικής γραμμής. Εκεί και θάφτηκαν και έτσι παρέμεινε η ονομασία.
Καραγατσάρα, σ’, (στην Καραγατσάρα): Κοντά στην «Καρυά» ακάλυπτη τοποθεσία με χωράφια που στο μέσο δέσποζε μεγάλο καραγάτσι. Εδώ χόρευαν και ξεκουράζονταν οι προσκυνητές που επέστρεφαν απ’ τον «Άι-Απόστολο» των Δουμπιών την 29η Ιουνίου. Εδώ προαποφαίνονταν ο «Τίμιος Σταυρός» με τους συνοδούς του όταν έρχονταν για το Πάσχα.
Μπουζιανά του καστέλλ’, σ’, (στου Μπουζιανά το καστέλλι): Ύψωμα απέναντι απ’ την «Καραγατσάρα» με χωράφια και θάμνους. Βρέθηκαν και υπάρχουν ίχνη θεμελίων και κομμάτια από κεραμίδια.
175. Στυλιαν’ σ’,(στου Στυλιάνη): Ο Α. της «Καραγατσάρας» λάκκος με χωράφια.
Μαρμαρούδ’ στου, (στο Μαρμαρούδι): Το σύνορο με τα Δουμπιά. Ρεματιά με χωράφια και θάμνους στις πλαγιές. Από δω οι γυναίκες έπαιρναν το «κουκκ’νόχουμα» το κοκκινόχωμα, και άλειβαν τα χωματένια πατώματα των δωματίων των σπιτιών.
Μοιράδια, στα, (στα Μοιράδια): Νοτιοανατολικά της «Καραγατσάρας» θέση, με χωράφια. Η ονομασία απ’ την ποικιλία δρυός που φύεται εκεί και λέγεται «μοιράδι».
Βατσ’νιά, σ’, (στη Βατσινιά): Επικλινής ράχη ανατολικά του χωριού κοντά στα προηγούμενα με χωράφια και θάμνους. Οι ανατολικές πλαγιές καταλήγουν στο σύνορο που μας χωρίζει με τα Δουμπιά. Οι ονομασία από τις «Βατσινιές» που φύονται εκεί. (Βατσινιά, η =βάτος, από το βατσινο+κατάλ.-ιά, βάατσινο, το = βατόμουρο, μεσαιωνικό βάτσινο, μεταγενέστερα βάτινον, ουδέτερο του επιθέτου βάτινος, βάτος).
Σφιντάν’ στου, (στο Σφιντάνι): Μεταξύ «Μοιράδια» και «Βατσ’νιάς», με χωράφια. Φύονται «σφιντάνια».
Κλιέφτ’κου, στου, (στο Κλέφτικο): Σκοτεινή ρεματιά στο σύνορο Δουμπιών – Πετροκεράσων κάτω απ’ την «Τρανή τη ράχη» με άγριους βράχους. Μέσα απ’ τη ρεματιά μόνον ο ουρανός φαίνεται. Εκεί κρύβονταν οι κλέφτες για ασφάλεια. Έχει πηγή νερού και πάνω «καραούλι».
Σουλτάνας του κουρτόβ’, ‘τ’, (στης Σουλτάνας το κουρτόβι): Κουρτόβι = θέση προσωρινής διαμονής και διανυκτερεύσεως. Πλαγιά νοτιοαανατολικά του χωριού κάτω απ’ την «Τρανή τη ράχη», με χωράφια και θάμνους. Στη θέση αυτή έφερε ο Βασίλης Καρτσιώτης, τη Σουλτάνα Μπαμπατηρούδα όταν την έκλεψε (περιστατικό που πράγματι συνέβη στα μέσα του περασμένου αιώνα). Ο νέος όμως κοιμήθηκε και η Σουλτάνα βρήκε ευκαιρία και έφυγε για το χωριό, όπου έφτασε καταματωμένη, γιατί την είχε χτυπήσει ο απαγωγέας με τη λαβή γιαταγανιού.
Τρανή τ’ ράχ’, σ’, (στην Τρανή τη ράχη): Το τοπωνύμιο προφέρεται σα μια λέξη «Τρανηντράχ’» όπως και η «Ψηλή ράχη προφέρεται «Ψ’ληντράχ’». Μεγάλο ύψωμα στα ανατολικά του χωριού το τελευταίο στα σύνορα με χωράφια και πλαγιές με θάμνους.
Καμπανά του πουρνάρ’, σ’, (στου Καμπανά το πουρνάρι): Μικρή ράχη βορειοδυτικά απ’ την προηγούμενη με χωράφια και θάμνους και πηγή νερού.
Καραμανώλ’ του φίραγγα, σ’ (στου Καραμανώλη το φίραγγα): Φίραγγας (φυσική κοιλότητα μέσα στην κοίτη ποταμού) ικανής επιφάνειας και βάθους στο λάκκο «Μπαχτσιέδες» και μάλιστα στο νότιο άκρο του τοπωνυμίου. Είναι ο βαθύτερος φίραγγας του χωριού. Εκεί μόνο τολμηροί κάνουν μπάνιο.
Ντιμίρ’, σ’, (στου Ντεμίρη): Τοποθεσία μεταξύ των θέσεων «Άγκανος» και «Μπαχτσιέδες», με χωράφια και θάμνους διακόπτονται από αβαθή μικρά ρεματάκια.
Μαλαματαριά, σ’, (στην Μαλαματαριά): Μικρά ρεματάκια στη
«Ντεμίρ’», όπου οι «μαλαματαροί», κοσκίνιζαν την άμμο και έπαιρναν ψήγματα χρυσού που περιείχε αυτή.
Γιρουσουτήρ’ του Καστέλλ’, σ’, (στου Γεροσωτήρη το Καστέλλι): Ύψωμα κοντά στην «Μπάρα με χωράφι κάποιου «Γεροσωτήρη» (οικογενειακό όνομα που υπάρχει και σήμερα). Εκεί σώζονται θεμέλια χτισμάτων και σημεία από τείχη.
Μπάρα, σ’, (στην Μπάρα): Θέση δυτικά απ’ τους «Μπαχτσιέδες», σε μικρό ύψωμα με χωράφια και θάμνους στις πλαγιές κοντά στη θέση «Μπαχτσιέδες». (Μπάρα = λεκάνη γης η οποία κρατάει το νερό της βροχής.
Άγκανου, στουν (στον Άγκανο): Τοποθεσία νοτιοανατολικά του χωριού με αμπέλια κυρίως και χωράφια. Είναι κάτω απ’ τις θέσεις «Μπαγντάτης» και «Καγκέλια».
Σταυρό στουν Άγκανου, στου, (στο Σταυρό στον Άγκανο): Τοποθεσία μέσα στην περιοχή «Άγκανος», με τρεις πανύψηλες βελανιδιές, πολύ γέρικες που «υψώνονταν» (βλ. «Τρία δέντρα») για να προστατεύονται τα’ αμπέλια από το χαλάζι.
Αράπ’ στ’ (στου Αράπη): Η νοτιοδυτική πλαγιά της περιοχής «Άγκανος» με αμπέλια και χωράφια καθώς και θάμνους.
Πλατανούδια, στα, (στα Πλατανούδια): Η πρώτη νοτιοανατολική ρεματιά του χωριού με πολλά πλατάνια και θάμνους στις πλαγιές, Είναι πολύ όμορφο τοπίο. Εδώ οι γυναίκες λεύκαιναν τα ρούχα γιατί κελαρύζει άφθονο γάργαρο νερό και στην κοίτη του σχηματίζεται φυσική πέτρινη λεκάνη. Εκεί υπάρχει και ο μύλος του Λέκκα.
Μπαμπατήρα τ’ αλώνια, σ’ (στου Μπαμπατήρα τ’ αλώνια): Οι αμέσως μετά τα τελευταία σπίτια ανατολικά του χωριού αλωνότοποι με τα γύρω χωράφια. Κυρίως οι Μπαμπατηράδες (οικογενειακό όνομα) είχαν εκεί αλώνια.
Παπά τ’ αλώνια, σ’, (στου Παπά τ’ αλώνια): Οι μετά τα τελευταία σπίτια (νοτιοανατολικά) αλωνότοποι, δίπλα στο νεκροταφείο. Η ονομασία απ’ το αλώνι που είχε εκεί ο παπάς του χωριού.
Ντουμπούδα, σ’, (στην Ντουμπούδα): Ακάλυπτο ύψωμα το ψηλότερο της περιοχής «Τρανή Ράχη» με μια πελώρια αγκορνιτσιά στο μέσον που δεσπόζει της περιοχής. (Ντούμπα = αυγοειδές ύψωμα).
Αγγιλίνας του ραχών’, ’τ’ς, (στης Αγγιλίνας το ραχώνι): Ράχη με χωράφια και θάμνους ανάμεσα στις θέσεις «Μοιράδια» και «Μαυρουδή αγκορνιτσιά».
Λιόντα του καστέλλ’, σ’, (στου Λιόντα το καστέλλι): Το απέναντι από τη θέση «Μαυρουδή αγκορνιτσιά» ύψωμα. (Καστέλλι = τοποθεσία περιτριγυρισμένη με κάστρα. Ιταλ.CASTELL, λατιν. CAST–ELLUM, υποκορ. του CASTRUM).
Μαυρουδή τ’ν αγκουρνιτσιά, σ’, (στου Μαυρουδή την αγκορνιτσιά): Θέση μεταξύ «Τρανής ράχης» και «Αγγελίνας» με πελώρια αγκορνιτσιά παλιότερα στη μέση (γκορνιτσιά με το προθετικό α- είναι η αγριαπιδιά).
Παπαστέργινας, ’τ’ς, (στης Παπαστέργινας): Ράχη ανάμεσα στις θέσεις «Λιόντα καστέλλι» και «Καρυά», με χωράφια και θάμνους.
Αρίδα, στ’, (στου Αρίδα): Ράχη συνέχεια από τη θέση «Λιόντα καστέλλι».
Καρβούν’ σ’, (στην Καρβούνη): Μεγάλη περιοχή σε ύψωμα νοτιοανατολικά του χωριού, με ισιώματα και πλαγιές με θάμνους.
Σκαμνιές ,’τ’ς, (στις σκαμνιές): Λεκάνη μέσα στην περιοχή «Καρβούνη» με χωράφια και σκαμνιές (μουριές) παλιότερα.
Κρήτ’ σ’, (στου Κρήτη): Ίσιωμα και πλαγιά μέσα στην «Καρβούνη» με πλαγιές και ίσιωμα. Έχει και πηγή με νερό.
Κ’τσα, σ’, (στου Κίτσα): Θέση μέσα στην «Καρβούνη» δίπλα στην προηγούμενη. Αδιευκρίνιστο: Κουτσά ή Κιτσά.
Γκαλιέτζα, σ’, (στην Γκαλιέτζα): Ράχη στο νοτιοανατολικό μέρος της θέσης «Καρβούνης» σύνορο με Γαλάτιστα. (Γκαλιέτζα στο χωριό λένε το τσόκαρο).
Τσιαϊρούδια, στα, (στα Τσιαϊρούδια): Το νοτιοδυτικό τμήμα της «Καρβούνης», κοντά στις «Ασπροβουλάρες» που παλιότερα ήταν λιβάδια.
Ασπροβουλάρις, ’τ’ς, (στις Ασπροβολάρες): Επίπεδη έκταση σύνορο με τη Γαλάτιστα, με μεγάλες χαρακτηριστικές ασπροβόλες (άσπρες πέτρες χαλαζία).
Μισιουμπ’γάδ στου, (στο Μεσαίο πηγάδι): Θέση δίπλα δυτικά απ’ τις «Ασπροβολάρες» με καλά χωράφια και κερασιές παλιότερα. Είχε και πηγή με εξαιρετικό νερό με το οποίο πότιζαν και μπαχτσέδες που είχαν εκεί.
Φώτ’τ’ς πέτρις, σ’ (στου Φώτη τις πέτρες). Ύψωμα απέναντι στην προηγούμενη θέση με χαρακτηριστικές πέτρες. Εδώ είχαν οι Γάλλοι στον Α΄ παγκ. Πόλεμο χαρακώματα. Στη θέση αυτή πάγωσε απ’ την παγωνιά κάποιος Φώτης που έρχονταν στο χωριό με χιονιά και είχε κρυφτεί για προστασία μέσα στις πέτρες.
Κουκλιάτ’ τ’ς πέτρις, σ’,(στου Κουκλιάτη τις πέτρες): Ύψωμα ακάλυπτο στο όριο με τη Γαλάτιστα, κοντά στο προηγούμενο όπου κάποιος Κουκλιάτης (οικογενειακό όνομα υπάρχει και σήμερα) έχει χωράφι.
Πατ’μέν’ τ’ πέτρα, σ’, (στην Πατημένη πέτρα): Θέση κοντά στις «Ασπροβολάρες», όπου υπάρχει μια πέτρα επάνω στην οποία υπάρχει ίχνος που μοιάζει σα να πάτησε πέλμα ανθρώπινου ποδιού και δίπλα μια μικρή λακκούβα σα να στηρίχθηκε μπαστούνι και χώθηκε η άκρη του μέσα στην πέτρα. Η παράδοση λέγει ότι είναι ίχνη του πέλματος και του μπαστουνιού του Προφήτη Ηλία του οποίου το εξωκλήσι είναι ακριβώς απέναντι σε κορυφή της περιοχής της Γαλάτιστας, που λέγεται: ή Άι-Λιας ή Γαλατσιάν’κους, (ο Άι-Λιας ο Γαλατσιάνικος).
Μπουφ’, σ’ (στου Μπόυφου): Θέση κοντά στο «Μπασταράτικο» με χωράφια. Μέσα σ’ αυτή τη θέση υπάρχει ειδικά το τοπωνύμιο «σ’ Μπουφ’ τ’ς κιρασιές», (στου Μπόυφου τις κερασιές). Εδώ υπήρχαν άφθονες κερασιές με εκλεκτή παραγωγή. (Μπούφος= οικογενειακό όνομα).
Γιφυρούδ’, στου,: Μικρή λεκάνη δυτικά από τις πλάκες με χωράφια(στο Γεφυρούδι). Πλάκις, ΄τ’ς,(στις Πλάκες): Ακάλυπτο μικρό ύψωμα απέναντι απ’ το «Μεσαίο Πηγάδι», με χωράφια και σε μια θέση κατακόρυφα μπηγμένες στη γη μεγάλες πλάκες.
Τσ’ καρούδια, στα, (Στα Τσικαρούδια): Θέση κάτω από τις «Πλάκες» που αποτελούνται από τρία «τσικαρούδια».
Διώξ’, σ’, (στη Διώξη): Ρεματιά με πηγή νερού και στις πλαγιές θάμνους, κάτω απ’ τα «Τσικαρούδια».
Καραστέργ’ ‘τ’ς ασπρουβουλάρες, σ’, (στου Καραστέργιου τις ασπροβολάρες): Ύψωμα κοντά στη «Μπρόση» με χωράφια και χαρακτηριστικές μεγάλες ασπροβόλες.
Βουργάρ’κου, στου, (στου Βουργάρικο): Πλαγιά με δάσος βορειοδυτικά του προηγούμενου τοπωνυμίου.
Καγκέλια, στα, (στα Καγκέλια): Πλαγιά δασωμένη νότια του χωριού κοντά στου «Αράπη». Η ονομασία από τις πολλές στροφές που έχει ο ημιονικός δρόμος που οδηγεί προς την Γαλάτιστα, και περνάει μέσα απ’ το δάσος αυτό.
Μπαγντάτ’, στου, (στον Μπαγντάτη): Ύψωμα νότια του «Άγκανου», με ωραίο δάσος βελανιδιάς και χωράφια στην κορυφή. Φαίνεται «καρσί» = αντίκρυ, απ’ το χωριό.
Φράκ’, σ’, (στου Φράκου): Πλαγιά δίπλα στην προηγούμενη θέση.
Μάνα, σ’, (στη Μάνα): Ρεματιά με πηγή νερού νότια του χωριού, κοντά στην «Μπαγντάτη» και ωραίο δάσος. Λέγεται και «σ’ Μάνα στου νιρό»(στη Μάνα στο νερό). Μάνα= πηγή νερού.
Κούκους, στου, (στον Κούκο): Θέση ανατολικά στον «Ουβριανό» ακάλυπτη με χωράφια και μάρμαρα. Αποτελεί ένα τμήμα του τον αυχένα προσπελάσεως για τη Γαλάτιστα, προς την οποία είναι το τελευταίο τμήμα της περιοχής του χωριού.
Λαμπούδ’ του μπουχτσιά, σ’, (στου Λαμπούδη τον μποχτσιά): Λεκάνη μέσα στον «Κούκο» με χωράφια και κερασιές (μποχτσιάς = μπαχτσές).
Φούρνου, στου, (στον Φούρνο): Δασωμένο κοίλωμα βόρεια του Κούκου με λίγα χωράφια. Λέγεται και «στου Μπασταράτ’κου» γιατί είχαν μπαχτσέδες και κερασιές εκεί οι Μπασταράδες (οικογενειακό όνομα).
Γαλατσίκις, σ’, ( στις Γαλατσίκες): Ρεματιά Α. απ’ του «Φιγγιώρη το σιλάδι», με πηγή και πολλά μάρμαρα. Υπάρχει και ασβεστοκάμινο που λειτουργούσε προ εικοσαετίας.
Φιγκιώρ’ του σιλάδ’, σ’, (στου Φιγκιώρη το σιλάδι): Επίπεδη θέση της «Μπουζουγλής» με χωράφια και κερασιές. Μεγαλύτερο το χωράφι του Φιγκιώρη (οικογενειακό όνομα).
Καστανιά, σ’ (στην Καστανιά): Ακάλυπτη ράχη απ’ του «Φιγκιώρη το σιλάδι», με χωράφια και μια τεράστια καστανιά στο μέσον. Γαλλικά τα μπ’γάδια, στα, (στα Γαλλικά τα πηγάδια): Το ψηλότερο σημείο της «Καστανιάς». Εκεί υπάρχουν ίχνη χαρακωμάτων και αμπριά, που γέμισαν σήμερα νερό και φαίνονται σαν πηγάδια. Τα κατασκεύασαν οι Γάλλοι το 1918.
Κατάκαλ’, σ’, (στου Κατάκαλου): Ράχη κοντά στην «Καστανιά» με χωράφια επάνω και πλαγιές δασωμένες.
Κτουνούδ’, στου, (στο Κτουνούδι): Μικρό ύψωμα με πλαγιές και δάσος, ανάμεσα στις θέσεις «Κατάκαλον» και «Ντρίτσια».
Ντουμπιώτ’ του βράχου, σ’, (στου Ντουμπιώτη το βράχο): Επικλινής ράχη Ν. του χωριού, απέναντι απ’ το «Κτουνούδι» με θάμνους και χαρακτηριστικούς βράχους.
Ντρίτσια, στα, (στα Ντρίτσια): Μικρή ράχη απέναντι δυτικά απ’ του «Αράπη» με καστανιές και θάμνους.
Καστέλλ’ στου, (στο Καστέλλι): Το απέναντι απ’ τον ενοριακό Ιερό Ναό του χωριού ύψωμα με χωράφια στην κορυφή και πυκνούς θάμνους τριγύρω στις πλαγιές. Υπάρχουν σαφή ίχνη θεμελίων από κτίσματα και πολλά κομμάτια από κεραμίδια. Λέγεται ότι εκεί ήταν κτισμένο μοναστήρι ή ναός. Στην βόρεια πλαγιά υπάρχει οπή σπηλιάς ανεξερεύνητης. Στο βάθος βρέθηκε τάφος με σκελετούς και κρανία.
Κουφ’νάδις, ‘τ’ς, (στους Κοφινάδες): Ρεματιά κάτω απ’ τη θέση «Αράπης». Ίσως έκοβαν βέργες για κοφίνια.
Σιριγγέλα, ‘τ’, (στου Σιρεγγέλα): Ίσωμα ανάμεσα στο «Τρανό τσιαΐρι» και «Λιβάδια» με χωράφια.
Γκιών’ του μπ’γαδούδ’, σ’, (στου Γκιώνη το πηγαδούδι): Λαγκάδι μέσα στα «Προυσήλια» ανάμεσα στις θέσεις «Μαυρουδή μαντρί» και «Ηλία Γρέκι».
Σταυρό στου προυσ’λιώτ’κου, στου, (στον Σταυρό του προσηλιώτικο): Ρεματιά στη Δ. άκρη της περιοχής «Προυσήλια» με τρία μεγάλα δέντρα που «υψώνονταν» και στο ένα απ’ αυτά υπήρχε πάντα καρφωμένος μεγάλος ξύλινος σταυρός.
Ντούμα τα χουράφια, σ’, (στου Ντούμα τα χωράφια): Πλαγιά στην περιοχή «Τζιάγκα» όριο με το Ζαγκλιβέρι.
Κρητικού, σ’, (στου Κρητικού): Ράχη ανάμεσα στα
Βλάχικα καλύβια» και «Άγιος Αθανάσιος» με θάμνους και ψηλόκορμες καστανιές. Απ’ τη θέση αυτή περνούσε το παλιό υδραγωγείο (βλ. ιστορ. Πληροφορίες) που ξεκινούσε απ’ τη σμίξη του Αγίου Αθανασίου και περνούσε από τις θέσεις: Κρητικού-Λιβάδια-Χασνά-Σουρβές- και κατέληγε στο σημερινό γήπεδο, και όταν ο προωθητής διαμόρφωνε το χώρο φάνηκε καθαρά το υδραγωγείο.
Μαλάκ’ τη φ’τειά, σ’, (στου Μαλάκου τη φυτεία): Πλαγιά ακάλυπτη μέσα στ’ «Προυσήλια» κάτω απ’ τα «Ραχώνια» όπου κάποιος Μαλάκος είχε «φ’τειά» = νέο αμπέλι.
Τοπωνύμια μέσα στο χωριό: Οι γειτονιές μέσα στο χωριό παίρνουν συνήθως τις ονομασίες από τους ιδιοκτήτες των σπιτιών που βρίσκονται εκεί γύρω. Έτσι λέμε: στα «Μπαμπατηράτ’κα», γιατί εκεί είναι τα σπίτια των Μπαμπατηραίων, στα «Καρτσιωτάτ’κα», στα «Ζαγουριανάτ’κα» κ.λ.π. Επίσης λέμε στου «στου Σκουλειό» (στο Σχολείο), «σ΄ν Ικκλησιά» (στην Εκκλησία), «στα Καφινεία» (στα Κεντρικά καφενεία) κ.λ.π.
Λίγες γειτονιές πήραν τα’ όνομά τους από άλλες αιτίες. Έτσι λέμε «Μπ’γάδα» (Πηγάδα), γιατί εκεί υπήρχε μεγάλο πηγάδι, «Καζάνια», γιατί εκεί είναι γίνεται η απόσταξη των τσίπουρων, «Παζάρι», γιατί εκεί γινόταν παζάρι, «Ντούμπα», γιατί μοιάζει με τούμπα (γήλοφο) και «Μπατσίλα» άγνωστο για ποιο λόγο.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.